- κορνιζώνομαι
- κορνιζώνομαι, κορνιζώθηκα, κορνιζωμένος βλ. πίν. 4
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
κορνιζάρομαι — κορνιζάρομαι, κορνιζαρίστηκα, κορνιζαρισμένος βλ. πίν. 54 και πρβλ. κορνιζώνομαι … Τα ρήματα της νέας ελληνικής